Νέα φάρμακα που θα καταπολεμούν τις φοβίες, το άγχος και τη διαταραχή μετατραυματικού στρες, αναμένεται να δημιουργηθούν μετά τη νέα ανακάλυψη που έκαναν επιστήμονες στη Βρετανία.
Νέα φάρμακα που θα καταπολεμούν τις φοβίες, το άγχος και τη διαταραχή μετατραυματικού στρες, αναμένεται να δημιουργηθούν μετά τη νέα ανακάλυψη που έκαναν επιστήμονες στη Βρετανία.
Ερευνητές του Κέντρου Sainsbury Wellcome (SWC) του University College του Λονδίνου (UCL) αποκάλυψαν τους ακριβείς μηχανισμούς του εγκεφάλου που επιτρέπουν στα ζώα να ξεπερνούν τους ενστικτώδεις φόβους.
Photo credit: Free to use from Pexels
Καταπώς φαίνεται, οι φοβίες μας είναι θέμα εγκεφάλου. Το ίδιο ισχύει και για την ευτυχία! Διαβάστε περισσότερα στο άρθρο «Ενδορφίνες: Τι είναι οι ορμόνες της ευτυχίας & πως θα αυξηθούν».
Η μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Science, έγινε σε ποντίκια, όμως όπως εξηγούν οι ερευνητές, θα μπορούσε να έχει εφαρμογή στην ανάπτυξη θεραπευτικών ουσιών, δηλαδή φαρμάκων, για διαταραχές που σχετίζονται με τον φόβο, όπως οι φοβίες, το άγχος και η διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) στους ανθρώπους.
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τη δρα. Sara Mederos και την καθηγήτρια Sonja Hofer, χαρτογράφησε τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος μαθαίνει να καταστέλλει τις αντιδράσεις σε αντιληπτές απειλές που αποδεικνύονται ακίνδυνες με την πάροδο του χρόνου.
«Οι άνθρωποι γεννιούνται με ενστικτώδεις αντιδράσεις φόβου, όπως οι αντιδράσεις σε δυνατούς θορύβους ή αντικείμενα που πλησιάζουν γρήγορα», εξηγεί η δρ. Mederos, ερευνήτρια στο ερευνητικό κέντρο SWC. «Ωστόσο, μπορούμε να παρακάμψουμε αυτές τις ενστικτώδεις αντιδράσεις μέσω της εμπειρίας, όπως τα παιδιά που μαθαίνουν να απολαμβάνουν τα πυροτεχνήματα αντί να φοβούνται τους δυνατούς κρότους τους. Με την έρευνα επιχειρήσαμε να κατανοήσουμε τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς που διέπουν τέτοιες μορφές μάθησης», εξηγεί η ίδια.
Χρησιμοποιώντας μια καινοτόμο πειραματική προσέγγιση, η ομάδα μελέτησε ποντίκια που παρουσιάστηκαν με μια σκιά που επεκτεινόταν από πάνω τους και μιμούνταν έναν αρπακτικό πουλί-θηρευτή που τα πλησίαζε. Αρχικά, τα ποντίκια αναζήτησαν καταφύγιο όταν αντιμετώπισαν αυτή την οπτική απειλή.
Ωστόσο, με επαναλαμβανόμενη έκθεση και αφού είχαν καταλάβει ότι δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος, τα ποντίκια έμαθαν να παραμένουν ήρεμα αντί να δραπετεύουν, παρέχοντας στους ερευνητές ένα μοντέλο για τη μελέτη της καταστολής των αντιδράσεων του φόβου.
Photo credit: Free to use from Pexels
Από προηγούμενες εργασίες που είχε κάνει στο εργαστήριο Hofer η ομάδα, γνώριζε ότι μια περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται κοιλιακός έξω γονατώδης πυρήνας του µεταθαλάµου (vLGN), μπορούσε να καταστείλει τις αντιδράσεις φόβου όταν ήταν ενεργοί και ήταν σε θέση να παρακολουθεί τη γνώση της προηγούμενης εμπειρίας της απειλής.
Ο vLGN δέχεται επίσης ισχυρές επιροές από οπτικές περιοχές στον εγκεφαλικό φλοιό και έτσι οι ερευνητές διερεύνησαν αν αυτή η νευρική οδός είχε ρόλο στην εκμάθηση του να μη φοβάται κανείς μια οπτική απειλή.
Η μελέτη αποκάλυψε δύο βασικά χαρακτηριστικά στην εν λόγω διαδικασία μάθησης: το πρώτο ήταν ότι συγκεκριμένες περιοχές του οπτικού φλοιού αποδείχθηκαν απαραίτητες για τη διαδικασία εκμάθησης και το δεύτερο ότι μια δομή ο vLGN αποθηκεύει αυτές τις μνήμες που προκαλούνται από τη εκμάθηση.
«Τα αποτελέσματά μας αμφισβητούν τις παραδοσιακές απόψεις για τη μάθηση και τη μνήμη», σημειώνει η δρ. Hofer, κύρια συγγραφέας της μελέτης.
«Ενώ ο εγκεφαλικός φλοιός θεωρείται εδώ και καιρό το πρωταρχικό κέντρο του εγκεφάλου για τη μάθηση, τη μνήμη και την ευελιξία της συμπεριφοράς, διαπιστώσαμε ότι ο vLGN -και όχι ο οπτικός φλοιός- αποθηκεύει στην πραγματικότητα αυτές τις κρίσιμες μνήμες. Αυτή η νευρωνική οδός μπορεί να παρέχει μια σύνδεση μεταξύ των γνωστικών νεοφλοιωδών διεργασιών και των «σκληρά καλωδιωμένων» συμπεριφορών που διαμεσολαβούνται από το εγκεφαλικό στέλεχος, επιτρέποντας στα ζώα να προσαρμόζουν ενστικτώδεις συμπεριφορές».
Οι άνθρωποι γεννιούνται με ενστικτώδεις αντιδράσεις φόβου, όπως σε δυνατούς θορύβους ή αντικείμενα που πλησιάζουν γρήγορα. Ωστόσο, μπορούμε να τις παρακάμψουμε μέσω της εμπειρίας.
Τα αποτελέσματα αυτής της ανακάλυψης εκτείνονται πέρα από το εργαστήριο. «Τα ευρήματά μας θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση του τι συμβαίνει στον εγκέφαλο όταν η ρύθμιση της απόκρισης φόβου είναι μειωμένη σε καταστάσεις όπως οι φοβίες, το άγχος και η PTSD.
Ενώ οι ενστικτώδεις αντιδράσεις φόβου σε θηρευτές μπορεί να είναι λιγότερο σημαντικές για τους σύγχρονους ανθρώπους, η εγκεφαλική οδός που ανακαλύψαμε υπάρχει και στους ανθρώπους», εξηγεί η Hofer. «Αυτό θα μπορούσε να ανοίξει νέους δρόμους για τη θεραπεία των διαταραχών του φόβου με τη στόχευση κυκλωμάτων vLGN ή εντοπισμένων συστημάτων ενδοκανναβινοειδών».
Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει τώρα να συνεργαστεί με κλινικούς ερευνητές για να μελετήσει αυτά τα εγκεφαλικά κυκλώματα στον άνθρωπο, με την ελπίδα να αναπτύξει νέες, στοχευμένες θεραπείες για τις δυσπροσαρμοστικές αντιδράσεις φόβου και τις αγχώδεις διαταραχές.