Τα big data και οι επιστημονικές αναλύσεις ρίχνουν φως στις άυπνες νύχτες σας
Τα big data και οι επιστημονικές αναλύσεις ρίχνουν φως στις άυπνες νύχτες σας
Όταν ένα νεογέννητο μπαίνει σπίτι, πολλαπλασιάζεται η ευτυχία και προστίθενται ευθύνες. Αυτό που σίγουρα μειώνεται για τους νέους γονείς είναι οι ώρες του ύπνου. Γι’ αυτή τη διαπίστωση, βέβαια, δεν απαιτούνται επιστημονικές έρευνες. Μια νέα μελέτη, όμως, ρίχνει φως στις μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες της άφιξης ενός μωρού στις συνθήκες ύπνου του ζευγαριού.
«Αυτό που είναι μαθαίνουμε από τη συγκεκριμένη μελέτη είναι ότι για να φτάσουν οι νέοι γονείς στη διάρκεια και την ποιότητα του ύπνου που απολάμβαναν πριν την εγκυμοσύνη, απαιτούνται τουλάχιστον έξι χρόνια», αναφέρει ο επικεφαλής συντάκτης της μελέτης Sakari Lemola.
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Warwick, η γονεϊκή «αϋπνία» δεν συνδέεται μόνο με τον ακατάστατο ύπνο των νεογέννητων. «Ακόμη και όταν τα παιδιά μεγαλώνουν, αρρωσταίνουν συχνά, έχουν εφιάλτες ή απλώς ξυπνούν κατά τη διάρκεια της νύχτας και πηγαίνουν στους γονείς τους», επισημαίνει. Ακόμη όμως κι αν δεν τους ξυπνήσουν, οι γονείς έχουν αρκετούς λόγους να αγχώνονται και να ανησυχούν ώστε να μείνουν περισσότερες ώρες χωρίς ύπνο, εξηγεί ο κ. Lemola.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Sleep, συμμετείχαν 2.541 γυναίκες και 2.118 άνδρες που ζουν στη Γερμανία. Οι ερευνητές τους παρακολουθούσαν σε ετήσια βάση και ακολουθούσαν προσωπικές συνεντεύξεις. Όλοι τους είχαν αποκτήσει από ένα έως τρία παιδιά μεταξύ του 2008 και του 2015. Κατά μέσο όρο, οι νέες μητέρες ήταν περίπου 33 ετών, ενώ οι νέοι πατέρες περίπου 36.
Το βασικότερο εύρημα πλην της μειωμένης διάρκειας του ύπνου ήδη από τις πρώτες εβδομάδες μετά την άφιξη του νεογέννητου, είναι οι απαντήσεις τους για την ποιότητα του ύπνου. Η μείωση στα ποσοστά ικανοποίησής τους πρώτους τρεις μήνες μετά τον τοκετό, φτάνει τους 1,81 βαθμούς στην κλίμακα 0 έως 10 για τις γυναίκες, και τους 0,90 για τους άντρες.
Ειδικά οι νέες μητέρες, διαπιστώνουν με συντριπτικά ποσοστά ότι η ικανοποίησή τους από τον ύπνο τους «μειώθηκε απότομα» μετά τον τοκετό. Το φαινόμενο καταγράφεται εντονότερο κατά τους πρώτους τρεις μήνες, όπως είναι ευνόητο, λόγω των αναγκών του θηλασμού και του ακατάστατου ύπνου του βρέφους.
Κατά μέσο όρο οι μητέρες κοιμούνται τουλάχιστον μία ώρα λιγότερη (62 λεπτά), ενώ μέχρι το παιδί να φτάσει σε σχολική ηλικία η μέση μείωση του χρόνου ύπνου ανέρχεται σε 25 λεπτά – σε σύγκριση με τα επίπεδα πριν την εγκυμοσύνη. Οι πατέρες, παρότι επίσης σημειώνουν μείωση του χρόνου ύπνου, κοιμούνται κατά μέσο όρο μόλις 13 λεπτά λιγότερο.
Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι χαμένες ώρες ύπνου κινούνται σε περίπου ίδια επίπεδα για τις οικογένειες που αποκτούν δεύτερο και τρίτο παιδί. Αυτό που αλλάζει, σύμφωνα με τους μετέχοντες στην έρευνα, είναι το επίπεδο ικανοποίησης από τον ύπνο, που ανεβαίνει αισθητά μετά τη γέννηση δεύτερου παιδιού, χωρίς πάντως να αγγίζει τα προ εγκυμοσύνης επίπεδα.