Οι φανατικοί κρεατοφάγοι και ειδικά όσοι προτιμούν επεξεργασμένες μορφές κόκκινου κρέατος (αλλαντικά, λουκάνικα κλπ) έχουν περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν.
Οι φανατικοί κρεατοφάγοι και ειδικά όσοι προτιμούν επεξεργασμένες μορφές κόκκινου κρέατος (αλλαντικά, λουκάνικα κλπ) έχουν περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν.
Αν είστε λάτρεις της κρεατοφαγίας, πιθανότατα θα έχετε ανησυχήσει ή απογοητευτεί διαβάζοντας τις επιστημονικές μελέτες που συνδέουν την κατανάλωση κρέατος με πολλές ασθένειες: καρκίνο, καρδιαγγειακά, διαβήτη και πολλές ακόμη παθήσεις.
Ακόμη κι αν οι συνδέσεις της κρετατοφαγίας με συγκεκριμένες ασθένειες δεν επιβεβαιώνονται απ’ όλες τις σχετικές έρευνες, οι περισσότεροι ειδικοί συμπεραίνουν ότι η κατανάλωση κρέατος και παραγώγων του συνδέεται ευθέως με την αυξημένη θνησιμότητα συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού.
Οι ερευνητές της Mayo Clinic εξέτασαν επί τούτου έξι από τις μεγαλύτερης κλίμακας σχετικές μελέτες, οι οποίες είχαν παρακολουθήσει περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους με διαφορετικές διατροφικές συνήθειες (από αυστηρούς χορτοφάγους μέχρι φανατικούς κρεατοφάγους) για χρονικά διαστήματα από πέντε έως 28 χρόνια.
Τα ευρήματα της μελέτης με τίτλο «Είναι το κρέας που μας σκοτώνει;» που δημοσιεύτηκε στο The Journal of the American Osteopathic Association, έχουν ήδη προκαλέσει πολλές συζητήσεις αλλά και επιστημονικές αντιδράσεις.
Το βασικό τους συμπέρασμα είναι ότι οι δίαιτες που περιλαμβάνουν κόκκινο κρέας (χοιρινό, βοδινό, αρνίσιο, κατσικίσιο κ.ά.) συνδέονται πράγματι με τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων ή καρκίνου, ενώ σχετίζονται και με την εμφάνιση διαβήτη και αυξημένης αρτηριακής πίεσης. Ακόμη πιο επιβλαβείς αποδείχθηκε ότι είναι οι επεξεργασμένες μορφές των κρεάτων (αλλαντικά, λουκάνικα κ.λπ.), οι οποίες σύμφωνα με τους ερευνητές συνδέονται με «αυξημένη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες».
Η κατανάλωση λευκού κρέατος (κοτόπουλο, γαλοπούλα) και ψαριών φαίνεται ότι δεν επηρεάζει ούτε κατ’ ελάχιστο το προσδόκιμο ζωής. Αυτό που σημειώνουν οι επικριτές της συγκεκριμένης μελέτης είναι ότι στέκεται «εμμονικά» στην κατανάλωση κρέατος χωρίς να εστιάζει σε άλλες διατροφικές συνήθειες και επιλογές lifestyle (π.χ. καθιστική ζωή, μειωμένη σωματική άσκηση, κάπνισμα κ.ά.), με συνέπεια, παρά το τεράστιο δείγμα, τα αποτελέσματα να είναι αμφιλεγόμενα.
Στην ίδια μελέτη παρουσιάζονται και τα στοιχεία για τους χορτοφάγους. Τα πλεονεκτήματα για την υγεία τους είναι αναντίρρητα: η χορτοφαγική δίαιτα δεν βελτιώνει απλώς πλείστες παραμέτρους της υγείας, αλλά φέρεται να μειώνει αισθητά τον κίνδυνο καρκίνου (10% λιγότερες πιθανότητες στους χορτοφάγους) καρδιαγγειακών παθήσεων (33% χαμηλότερες πιθανότητες), σακχαρώδους διαβήτη και αυξημένης αρτηριακής πίεσης.
Τα οφέλη μάλιστα είναι πολλαπλάσια για όσους ακολουθούν αυστηρά χορτοφαγική δίαιτα μακροπρόθεσμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσοι τήρησαν τη χορτοφαγική διατροφή για τουλάχιστον 17 χρόνια, είδαν το προσδόκιμο ζωής τους να αυξάνεται κατά μέσο όρο 3,6 έτη. Οι υπόλοιποι χορτοφάγοι είχαν μεν υψηλότερο προσδόκιμο από τους κρεατοφάγους, αλλά σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα απ’ όσους αποφεύγουν το κρέας και τα παράγωγά του για περίπου δύο δεκαετίες.
Αυτό που δεν μας λέει η επιστημονική μελέτη, είναι πόσοι είναι πραγματικά διατεθειμένοι να «θυσιάσουν» την απόλαυση ενός πιτόγυρου ή ενός burger με αντάλλαγμα μερικούς μήνες (κατά μέσο όρο) αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Πιθανολογούμε ότι θα είναι ελάχιστοι…