Σειρά κλινικών μελετών δείχνουν προς τη θερμιδική λιτότητα και την αυτοσυγκράτηση. Υπάρχει όμως και επιστημονικός αντίλογος.
Σειρά κλινικών μελετών δείχνουν προς τη θερμιδική λιτότητα και την αυτοσυγκράτηση. Υπάρχει όμως και επιστημονικός αντίλογος.
Τα ευρήματα μίας από τις μεγαλύτερες κλινικές μελέτες της ιστορίας, καταλήγουν στο ότι η νηστεία –ή αυτό που κωδικοποιείται ως «σπαρτιάτικη διατροφή»– ενδείκνυται για όσους επιθυμούν να επεκτείνουν το προσδόκιμο ζωής τους.
Σύμφωνα με τη μελέτη CALERIE: Comprehensive Assessment of Long-Term Effects of Reducing Intake of Energy, η «λιτότητα» στις διατροφικές επιλογές σε συνδυασμό με την αυτοπειθαρχία σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για όσους επιθυμούν να μακροημερεύσουν.
Στόχος των ερευνητών τριών αμερικανικών πανεπιστημίων ήταν να διακριβώσουν τις επιπτώσεις της αυστηρής δίαιτας στον χρόνο ζωής. Δεν πρόκειται βέβαια για την ανακάλυψη ενός καθολικού διατροφικού κανόνα που συνδέει την αυστηρή νηστεία με την καλή υγεία, αλλά για την καταγραφή του μηχανισμού που συνδέει τη μειωμένη θερμιδική πρόσληψη με τη μακροζωία.
Βιαστήκαμε να χαρακτηρίσουμε «σπαρτιάτικη» τη διατροφή λόγω της λιτότητας, αλλά αν εξετάσουμε τα ιστορικά δεδομένα θα διαπιστώσουμε ότι οι Σπαρτιάτες δεν τρέφονταν και τόσο «υγιεινά» με τα σημερινά δεδομένα.
Κατανάλωναν αρκετό κόκκινο κρέας, λίγα ψάρια, άφθονο τυρί (κυρίως από κατσικίσιο γάλα), δημητριακά και διάφορα παράγωγα του κριθαριού, αρκετό μέλι αλλά και σύκα. Ο θρυλικός μέλας (μέλανας) ζωμός δε, είναι ένα πιάτο που θα προκαλούσε πολλά εμφράγματα σήμερα, αφού δεν ήταν άλλο από μία χορταστική σούπα χοιρινού που έβραζε μέσα στο λίπος και το αίμα του ζώου, και σε άφθονο αλάτι!
Το κλειδί όμως για τους Σπαρτιάτες ήταν η μειωμένη θερμιδική πρόσληψη και η νηστεία στην πράξη (ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι έτρωγαν μόλις ένα γεύμα ημερησίως) καθώς σύμφωνα με την κοσμοθεωρία τους το φαγητό δεν ήταν απόλαυση αλλά απλώς ένας τρόπος να χορτάσεις την πείνα σου. Αφήστε που η παχυσαρκία θεωρούνταν ένα από τα πιο κατακριτέα ελαττώματα.
Η έρευνα βασίστηκε σε μια διαχρονική επιστημονική ιδέα που δύσκολα όμως εφαρμόζεται στην πράξη: την επί μακρόν παρακολούθηση των συμμετεχόντων. Οι εθελοντές ηλικίας μεταξύ 21-50 ετών που πήραν μέρος στη μελέτη συμφώνησαν ότι επί 24 μήνες θα περιόριζαν τη πρόσληψη θερμίδων κατά 25%, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια του πειράματος θα έπρεπε να υποβάλλονται σε βιοχημικές και άλλες εξετάσεις. Εκτός από τις συστηματικές εξετάσεις, οι μετέχοντες κλήθηκαν να εξεταστούν και στον μεταβολικό θάλαμο, όπου μελετάται η κατανάλωση ενέργειας από τον οργανισμό όπως και σειρά άλλων κρίσιμων δεικτών σε πραγματικό χρόνο (καύση λίπους, εισπνοή οξυγόνου, κ.ά.).
Το προφανές εύρημα ήταν ότι η δίαιτα οδήγησε σε απώλεια βάρους (5-10 κιλά εβδομαδιαίως). Τα ευρήματα που εντυπωσίασαν τους επιστήμονες ήταν ότι όσοι νήστευαν αυστηρά, κατανάλωναν περισσότερη «ενέργεια» κατά τη διάρκεια του ύπνου σε σύγκριση με όσους έτρωγαν κανονικά.
Αυτό που ανακάλυψαν μελετώντας τα επιστημονικά δεδομένα ήταν ότι η διαφοροποίηση στον μεταβολικό ρυθμό των εθελοντών είχε αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της φυσιολογικής φθοράς που προκαλεί στα κύτταρα η οξείδωση του οργανισμού. Εν ολίγοις, η αυστηρή δίαιτα αναχαίτισε τον μηχανισμό γήρανσης του οργανισμού.
Σε ανάλογα συμπεράσματα έχει καταλήξει η πολυετής μελέτη του Νομπελίστα Ιατρικής 2016, Γιοσινόρι Οσούμι, ο οποίος ισχυρίζεται ότι η νηστεία επί 24 ή και 48 ώρες μπορεί να αναστρέψει πλήρως τη διαδικασία γήρανσης των κυττάρων.
Η διαφωτιστική ομιλία του Ιάπωνα επιστήμονα κατά την παραλαβή του Νομπέλ:
Mελέτες που εκπονήθηκαν από άλλα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, είχαν αντίστοιχα –αν όχι πιο εντυπωσιακά– ευρήματα. Η πολυσυζητημένη μελέτη του NIH (National Institute on Aging) εστίασε σε ποντίκια που υποβλήθηκαν σε διαφορετικά διατροφικά προγράμματα. Όσα έτρωγαν μόλις μία φορά ημερησίως, αποδείχθηκε ότι έζησαν περισσότερο από άλλα ποντίκια που κατανάλωναν τρία ή περισσότερα «γεύματα».
Όπως, βέβαια, ισχυρίζονται πολλοί επιστήμονες, η αναγωγή ευρημάτων για διατροφικά και μεταβολικά ζητήματα από ποντίκια σε ανθρώπους δεν είναι απολύτως ορθή. Το έτερο κενό που θα κληθούν να καλύψουν μελλοντικές έρευνες είναι το χρονικό, καθώς τα δύο ή και τα πέντε χρόνια διάρκειας μιας μελέτης δεν είναι ικανός χρόνος για να μελετηθεί αποτελεσματικά η διαδικασία της γήρανσης.
Αρκετοί επιστήμονες διαφωνούν με τις προτεινόμενες διατροφικές επιλογές, κρούοντας μάλιστα τον κώδωνα του κινδύνου για τις αμφιλεγόμενες ακραίες δίαιτες και τα μεγάλα χρονικά διαστήματα στερήσεων. Οι περισσότεροι συγκλίνουν στην πάγια οδηγία της ισορροπημένης διατροφής με τα πολλά μικρά γεύματα, η οποία αποδεδειγμένα ενεργοποιεί τον μεταβολισμό.
Μέχρι όμως να καταλήξουν οι επιστήμονες σε συγκεκριμένες προτάσεις, θα πρέπει να αυτοσχεδιάζουμε...